-
1 προς
πρόθ. I με αίτιατ.1) (при обознач, направления) к;προς νότον — к югу;
έτρεξε προς την οδό Σταδίου он побежал в сторону улицы Стадиу;τό παράθυρο μου βλέπει προς την θάλασσαν — моё окно выходит на море;
προς τα δεξιά — направо, в правую сторону;
κάθομαι προς τα δεξιά του сидеть (или садиться) справа от него;προς τα αριστερά — налево, в левую сторону;
τα εκεί — туда;προς τα εξω — кнаружи, вовне;
προς τα μέσα — внутрь, вовнутрь;
τα κάτω — вниз, книзу;προς τα πού; — в какую сторону?;
2) (при обознач, лица или учреждения, к которому обращено действие, иногда без перевода) к;προς τό λαό — к народу;
αναφορά προς το υπουργείον (τον υπουργό) — доклад министерству (министру);
3) (при обознач, отношения к кому-чем у-л.) к; по отношению к;περιφρόνηση προς το θάνατο — презрение к смерти;
ασέβεια προς τούς γονείς — непочтение к родителям;
αντίθετον προς την παράδοση — вопреки традиции, вразрез с традицией;
πέφτει σε αντίφαση προς τον εαυτό
της она противоречит сама себе;δυσανάλογη προς την ηλικία της — несообразно с её возрастом;
4):ως προς... — что касается...; — в отношении..., относительно того, что...;
ως προς αυτό... — в отношении этого...;
ως προς αυτό αδιαφορώ πλήρως — я к этому совершенно равнодушен;
ως προς αυτό έχεις δίκιο — в отношении этого ты прав;
ως προς την ημερομηνία — относительно даты;
5) (при обознач, цены, соотношения):τοκίζει προς 20% — он ссужает деньги под 20%;
τό ύφασμα το αγόρασα προς τριακόσιες δραχμές το μέτρο — я купил материал по триста драхм за метр;
6) (при обознач, действия, совершаемого в пользу или во вред кому-чему-л.] для, ради;τό έκανα προς χάριν σου — я это сделал ради тебя;
προς τό συμφέρον σου — для твоей же пользы;
αυτό είναι προς τιμήν σου а) это в честь тебя; б) это делает тебе честь;τα πούλησαν προς όφελός τους — они это продали выгодно для себя;
προς τιμωρίαν σου — тебе в наказание;
προς ζημίαν — во вред;
προς γενικήν ανακούφισιν — ко всеобщему облегчению;
7) (при обознач, времени) к, ближе к; на;προς τό βράδυ — к вечеру;
προς τα ξημερώματα — на рассвете;
προς τό παρόν — пока, на данный момент, в настоящий момент;
προς στιγμήν — на очень короткое время, на минуту; — временно;
8) (при обознач, цели, намерения) для; в;προς επεξεργασίαν — для обработки, переработки;
προς υπεράσπισιν — в защиту;
προς αποφυγήν παρεξηγήσεων — во избежание недоразумений;
προς τί; — для чего?, к чему?, зачем?;
τί η τόση σπουδή;κ чему такая спешка?! 9) (при обознач, последовательности) за;λέξη προς λέξη — а) слово за словом; — б) слово в слово;
βήμα προς βήμα — шаг за шагом; — по пятам;
τον παρακολουθούν βήμα προς βήμα — следят за каждым его шагом; — следуют за ним по пятам;
έν(α) προς έν(α) — одного за другим, по одному; — каждого в отдельности;
§ ένας προς έναν — один к одному;
προς έκπληξιν — на удивление;
II με γεν.1) (при обознач, происхождения, родства):ο προς μητρός θείος — дядя по матери;
τό σπίτι το έχουμε πάππου προς πάππου — дом мы наследуем от отцов и дедов;
2) (при заклинании, уверении, клятве) ради;προς θεού μην το κάνεις — ради бога, не делай этого;
§ προς ώρας — временно;
αυτό είναιπρος κάκού μου — к моему несчастью;
III με δοτ.1) (при обознач, прибавления) к;προς τούτοις — к тому же;
προς τοίς άλλοις — ко всему прочему, кроме всего прочего;
2) (при обознач, близости):αί προς τη θαλασσή πόλεις — прибрежные города
См. также в других словарях:
Ηνωμένο Βασίλειο — Επίσημη ονομασία: Ηνωμένο Βασίλειο της Μεγάλης Βρετανίας και της Βορείου Ιρλανδίας Συντομευμένη ονομασία: Μεγάλη Βρετανία Έκταση: 244.820 τ. χλμ. Πληθυσμός: 59.647.790 (2001) Πρωτεύουσα: Λονδίνο (6.962.319 κάτ. το 2001)Κράτος της βορειοδυτικής… … Dictionary of Greek
Γερμανία — Επίσημη ονομασία: Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας Προηγούμενη ονομασία (1948 90): Γερμανική Ομοσπονδιακή Δημοκρατία (ή Δυτική Γερμανία) & Γερμανική Λαϊκή Δημοκρατία) Έκταση: 357.021 τ.χλμ Πληθυσμός: 82.440.309 κάτ. (2000) Πρωτεύουσα:… … Dictionary of Greek
Ινδία — Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία της Ινδίας Έκταση: 3.287.590 τ. χλμ. Πληθυσμός: 1.029.991.145 (2001) Πρωτεύουσα: Νέο Δελχί (12.791.458 κάτ. το 2001)Κράτος της νότιας Ασίας. Συνορεύει Α με το Μπαγκλαντές και τη Μυανμάρ (Βιρμανία), Β με την Κίνα και… … Dictionary of Greek
Βιετνάμ — Κράτος της νοτιοανατολικής Ασίας.Συνορεύει Β με την Κίνα, Δ με την Καμπότζη και το Λάος, ενώ Α και Ν βρέχεται από τη Νότια Θάλασσα της Κίνας, και πιο συγκεκριμένα από τον Κόλπο του Τονκίν ΒΑ, τον Κόλπο της Ταϊλάνδης ΝΔ και στην υπόλοιπη… … Dictionary of Greek
Αργεντινή — Κράτος της Νότιας Αμερικής.Συνορεύει ΒΑ με την Ουρουγουάη και τη Βραζιλία, Β με την Παραγουάη, ΒΔ με τη Βολιβία, Δ και ΝΔ με τη Χιλή, ενώ μια χιλιανή στενή λωρίδα γης τη χωρίζει από το έδαφος της Γης του Πυρός. Ανατολικά βρέχεται από τον… … Dictionary of Greek
Ελλάδα - Κινηματογράφος — ΕΛΛΗΝΙΚΟΣ ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΟΣ Η παρατεταμένη προϊστορία Στο ξεκίνημα του εικοστού αιώνα ο ελληνικός κινηματογράφος ακολουθεί κοινή πορεία με τον κινηματογράφο των υπόλοιπων μικρών περιφερειακών χωρών, οι οποίες παρακολουθούν με θαυμασμό και τάσεις… … Dictionary of Greek
Βυζαντινή αυτοκρατορία — I Β.α., ή αλλιώς Μεταγενέστερο Ρωμαϊκό ή Ανατολικό Ρωμαϊκό Κράτος, αποκαλείται συμβατικά το ανατολικό τμήμα της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας. Πρωτεύουσα του τμήματος αυτού, που μετά την κατάλυση του Δυτικού Ρωμαϊκού κράτους συνέχισε περίπου για έντεκα… … Dictionary of Greek
Ισραήλ — I Επίσημη ονομασία: Κράτος του Ισραήλ Έκταση: 20.770 τ. χλμ. Πληθυσμός: 6.029.529 (2002) Πρωτεύουσα: Ιερουσαλήμ (622.091 κάτ. το 1997) *Σημ.: Η Ιερουσαλήμ ανακηρύχθηκε μονομερώς από το Ισραήλ πρωτεύουσα το 1982, στη θέση του Τελ Αβίβ, χωρίς όμως… … Dictionary of Greek
Καναδάς — I Επίσημη ονομασία: Καναδάς Έκταση: 9.970.610 τ. χλμ. Πληθυσμός: 30.007.094 κάτ. (2001) Πρωτεύουσα: Οτάβα (827.898 κάτ. το 2001)Κράτος της Βόρειας Αμερικής. Συνορεύει στα Ν με τις ΗΠΑ και στα Δ με την πολιτεία Αλάσκα των ΗΠΑ. Βρέχεται στα Β από… … Dictionary of Greek
Πολωνία — Κράτος της Κεντρικής Ευρώπης. Συνορεύει στα Δ με τη Γερμανία και την Τσεχία, στα ΒΑ με τη Ρωσία και τη Λιθουανία, στα Α με τη Λευκορωσία και την Ουκρανία στα Ν με τη Σλοβακία, ενώ βρέχεται στα Β από τη Βαλτική θάλασσα.H Πολωνία καταλαμβάνει, στη… … Dictionary of Greek
Ελλάδα - Τηλεόραση — ΤΗΛΕΟΡΑΣΗ Ήταν Απρίλιος του 1966 όταν από το χώρο που είχε διαθέσει ο ΟΤΕ στο τότε ΕΙΡ (Ελληνικό Ίδρυμα Ραδιοφωνίας) έγινε η πρώτη εκπομπή τηλεοπτικού προγράμματος. Ήταν το πρώτο τηλεοπτικό δελτίο ειδήσεων. Με καθυστέρηση μιας τουλάχιστον… … Dictionary of Greek